Unterbrechen στα ελληνικά

Μετάφραση: unterbrechen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταστρέφω, διακόπτω, παύω, διάλειμμα, διάλλειμα, σπάζω, αντεπίθεση, διακοπή, διακόψει, διακόπτουν, διακόψετε
Unterbrechen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adressen στα ελληνικά - διευθύνσεις, τις διευθύνσεις, διευθύνσεων, διεύθυνση, οι διευθύνσεις
  • anstieg στα ελληνικά - μεγέθυνση, ράμπα, ανάβαση, διογκώνω, πεζοπορία, αύξηση, αυξάνω, ...
  • auswechselungen στα ελληνικά - Αντικαταστάσεις, Αλλαγές, υποκαταστάσεις, Οι υποκαταστάσεις, υποκαταστάσεων
  • banause στα ελληνικά - σκαιός, φιλισταίος, φιλισταίου, φιλισταϊκό, φιλισταϊκή
Τυχαίες λέξεις
Unterbrechen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταστρέφω, διακόπτω, παύω, διάλειμμα, διάλλειμα, σπάζω, αντεπίθεση, διακοπή, διακόψει, διακόπτουν, διακόψετε