Unwirksam στα ελληνικά
Μετάφραση: unwirksam, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναποτελεσματικός, αναποτελεσματική, αναποτελεσματικές, αναποτελεσματικά, αναποτελεσματικό, αναποτελεσματικοί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ausfall στα ελληνικά - χάσιμο, χαμός, αποτυχία, απώλεια, ρήξη, ήττα, παράλειψη, ...
- ausschreitung στα ελληνικά - ταραχή, πληθώρα, όργιο, Riot, ταραχών, ταραχές, των ταραχών
- bücherbrett στα ελληνικά - ράφι, βιβλιοθήκη, βιβλιοθήκης, Bookshelf, ράφι βιβλιοθήκης
- dolch στα ελληνικά - μαχαίρι, αυτοκόλλητο, στιλέτο, εγχειρίδιο, σταυρό, με σταυρό
Τυχαίες λέξεις
Unwirksam στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναποτελεσματικός, αναποτελεσματική, αναποτελεσματικές, αναποτελεσματικά, αναποτελεσματικό, αναποτελεσματικοί
Μεταφράσεις: αναποτελεσματικός, αναποτελεσματική, αναποτελεσματικές, αναποτελεσματικά, αναποτελεσματικό, αναποτελεσματικοί