Unzeitig στα ελληνικά

Μετάφραση: unzeitig, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λάθος, πρόωρος, πρόωρο, άκαιρη, τον πρόωρο, άκαιρες
Unzeitig στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • angesiedelt στα ελληνικά - που βρίσκεται, βρίσκεται, βρίσκονται, τοποθεσία, που βρίσκονται
  • begräbnis στα ελληνικά - ταφή, κηδεία, κηδείας, την κηδεία, κηδεία του, κηδειών
  • dankend στα ελληνικά - με ευχαριστίες, τις ευχαριστίες, ευχαριστώντας, εκφράζοντας τις ευχαριστίες μου
  • dargebotene στα ελληνικά - πράξη, προσφερόμενες, παρέσχε, προσκόμισαν, καθών, προσφερόμενης
Τυχαίες λέξεις
Unzeitig στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λάθος, πρόωρος, πρόωρο, άκαιρη, τον πρόωρο, άκαιρες