Verbesserung στα ελληνικά
Μετάφραση: verbesserung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναβαθμίζω, μεταρρυθμίζω, ανασχηματισμός, διόρθωμα, τροπολογία, μεταρρύθμιση, διόρθωση, βελτίωση, βελτίωσης, τη βελτίωση, βελτίωση της, η βελτίωση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aufbau στα ελληνικά - διαρρύθμιση, ανέγερση, υπερκατασκευή, κατασκευή, δομή, δομής, διάρθρωση, ...
- begriffsmensch στα ελληνικά - η κατανόηση του ανθρώπινου, καταλάβουμε την ανθρώπινη, κατανοήσει την ανθρώπινη, καταλαβαίνουν την ανθρώπινη, καταλάβει τις ανθρώπινες
- despotische στα ελληνικά - αυταρχικός, δεσποτική, δεσποτικό, δεσποτικές, δεσποτικός
- druckbar στα ελληνικά - εκτυπώσιμος, εκτυπώσιμη, printable, εκτυπώσιμο, την εκτυπώσιμη
Τυχαίες λέξεις
Verbesserung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναβαθμίζω, μεταρρυθμίζω, ανασχηματισμός, διόρθωμα, τροπολογία, μεταρρύθμιση, διόρθωση, βελτίωση, βελτίωσης, τη βελτίωση, βελτίωση της, η βελτίωση
Μεταφράσεις: αναβαθμίζω, μεταρρυθμίζω, ανασχηματισμός, διόρθωμα, τροπολογία, μεταρρύθμιση, διόρθωση, βελτίωση, βελτίωσης, τη βελτίωση, βελτίωση της, η βελτίωση