Verbindungsstelle στα ελληνικά

Μετάφραση: verbindungsstelle, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοινός, γόμφος, άρθρωση, κοψίδι, διασταύρωση, σύνδεση, ένωση, κόμβο, συμβολή
Verbindungsstelle στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aufgabenabhängig στα ελληνικά - ανάλογα με την εργασία, Στη βιβλιογραφία των, εξαρτάται από το καθήκον
  • bewässert στα ελληνικά - αρδευόμενες, αρδευόμενη, αρδευόμενων, αρδευόμενης, αρδευομένων
  • boxen στα ελληνικά - πυγμαχώ, κουτί, κάσα, κιβώτιο, πλαίσιο, παράθυρο, box
  • drehgestell στα ελληνικά - φορείο, φορεία, φορείου, τροχοφορέα, του φορείου
Τυχαίες λέξεις
Verbindungsstelle στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοινός, γόμφος, άρθρωση, κοψίδι, διασταύρωση, σύνδεση, ένωση, κόμβο, συμβολή