Verbringen στα ελληνικά

Μετάφραση: verbringen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξοδεύω, κυκλοφορώ, στενά, πέρασμα, περνώ, δαπανούν, ξοδεύουν, δαπανήσει, περάσετε, περάσουν
Verbringen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aufgefunden στα ελληνικά - βρήκα, ιδρύω, βρέθηκαν, βρέθηκε, διαπιστώθηκε, διαπίστωσε, βρεθεί
  • barbarisch στα ελληνικά - κτηνώδης, απάνθρωπος, έπεσα, βάρβαρος, άγριος, σκληρός, φαύλος, ...
  • begierden στα ελληνικά - επιθυμίες, τις επιθυμίες, επιθυμιών, επιθυμεί, οι επιθυμίες
  • bremse στα ελληνικά - φρενάρω, φρένο, τροχοπεδώ, φρένων, φρένου, πέδησης, πέδης
Τυχαίες λέξεις
Verbringen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξοδεύω, κυκλοφορώ, στενά, πέρασμα, περνώ, δαπανούν, ξοδεύουν, δαπανήσει, περάσετε, περάσουν