Στρέμμα στα αγγλικά
Μετάφραση: στρέμμα, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
acre, rood, hectare, ha, acre of
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: στρέμμα
acre
- στρέμμα
- 100 τετραγωνικά μέτρα
- στρέμμα
- σταυρός
- τίμιος σταυρός
- μονάδα επιφάνειας
- μήκος 5 έως 8 υαρδών
Σχετικές λέξεις: στρέμμα
στρέμμα σε μέτρα, στρέμμα acre, στρέμμα translation, στρέμμα wikipedia, στρέμμα σε εκτάρια, στρέμμα λεξικό γλώσσας αγγλικά, στρέμμα στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- στοχαστικός στα αγγλικά - contemplative, reflective, thoughtful, stochastic
- στοχεύω στα αγγλικά - target, I aim, I target
- στρέψη στα αγγλικά - torsion, twisting, twist, angling, torsional
- στρίβω στα αγγλικά - turn, scoot, twist, clear off, twisted, I turn
Τυχαίες λέξεις
Στρέμμα στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: acre, rood, hectare, ha, acre of
Μεταφράσεις: acre, rood, hectare, ha, acre of