Vereinbarung στα ελληνικά
Μετάφραση: vereinbarung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όρος, συνέλευση, διακανονισμός, ρήτρα, αναγνωρίζω, ετοιμασία, διευθέτηση, τακτοποίηση, σύμβαση, κήρυξη, συνθήκη, συμφωνία, συνέδριο, συμφωνίας, Συμφωνώ, συμφωνίας για
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- array στα ελληνικά - διάταξη, παράταξη, σειρά, συστοιχία, πίνακα
- astrophysik στα ελληνικά - αστροφυσική, Αστροφυσικής, την αστροφυσική, της αστροφυσικής, η αστροφυσική
- bedächtigkeit στα ελληνικά - σκεπτικότητα, σκεπτικότης, thoughtfulness, σοβαρότητα, τη σοβαρότητα
- demoralisierend στα ελληνικά - αποθαρρυντική, demoralizing, διαφθείροντας, αποθαρρύνει, αποκαρδιωτική
Τυχαίες λέξεις
Vereinbarung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όρος, συνέλευση, διακανονισμός, ρήτρα, αναγνωρίζω, ετοιμασία, διευθέτηση, τακτοποίηση, σύμβαση, κήρυξη, συνθήκη, συμφωνία, συνέδριο, συμφωνίας, Συμφωνώ, συμφωνίας για
Μεταφράσεις: όρος, συνέλευση, διακανονισμός, ρήτρα, αναγνωρίζω, ετοιμασία, διευθέτηση, τακτοποίηση, σύμβαση, κήρυξη, συνθήκη, συμφωνία, συνέδριο, συμφωνίας, Συμφωνώ, συμφωνίας για