Verkleinerung στα ελληνικά
Μετάφραση: verkleinerung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναγωγή, περιστολή, μείωση, μείωσης, τη μείωση, μείωση της
Μεταφράσεις
- abstumpfen στα ελληνικά - μονοκόμματος, αμβλύς, απότομος, αμβλύ, αμβλεία, αμβλείας, αμβλέα
- allergen στα ελληνικά - αλλεργιογόνο, αλλεργιογόνου, αλλεργιογόνα, αλλεργιογόνων, το αλλεργιογόνο
- aufstrich στα ελληνικά - απλώνω, επέκταση, φουντώνω, διαδίδω, διάδοση, εξάπλωση, εξάπλωσης, ...
- drohne στα ελληνικά - κηφήνας, βουίζω, drone, μη επανδρωμένου αεροσκάφους, τηλεκατευθυνόμενο αεροσκάφος, κηφήνα
Τυχαίες λέξεις
Verkleinerung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναγωγή, περιστολή, μείωση, μείωσης, τη μείωση, μείωση της
Μεταφράσεις: αναγωγή, περιστολή, μείωση, μείωσης, τη μείωση, μείωση της