Verlieren στα ελληνικά

Μετάφραση: verlieren, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χάνω, χάνουν, χάσετε, χάσουν, να χάσουν, χάσει
Verlieren στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • beschäftigungsfähigkeit στα ελληνικά - απασχολησιμότητα, απασχολησιμότητας, της απασχολησιμότητας, απασχόλησης, την απασχολησιμότητα
  • besinnlich στα ελληνικά - στοχαστικός, στοχαστική, στοχαστικό, στοχαστικές, στοχαστικής
  • blumenessenzen στα ελληνικά - ανθοϊάματα, αποστάγματα λουλουδιών, αποστάγματα των λουλουδιών, ανθοϊαμα, αποσταγμάτων ανθέων
  • bösartig στα ελληνικά - κακεντρεχής, κακοήθης, κακοήθη, κακοήθεις, κακοήθους, κακόηθες
Τυχαίες λέξεις
Verlieren στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χάνω, χάνουν, χάσετε, χάσουν, να χάσουν, χάσει