Verlieren στα ελληνικά
Μετάφραση: verlieren, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χάνω, χάνουν, χάσετε, χάσουν, να χάσουν, χάσει
![Verlieren στα ελληνικά Verlieren στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-de-gr-44095.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- beschäftigungsfähigkeit στα ελληνικά - απασχολησιμότητα, απασχολησιμότητας, της απασχολησιμότητας, απασχόλησης, την απασχολησιμότητα
- besinnlich στα ελληνικά - στοχαστικός, στοχαστική, στοχαστικό, στοχαστικές, στοχαστικής
- blumenessenzen στα ελληνικά - ανθοϊάματα, αποστάγματα λουλουδιών, αποστάγματα των λουλουδιών, ανθοϊαμα, αποσταγμάτων ανθέων
- bösartig στα ελληνικά - κακεντρεχής, κακοήθης, κακοήθη, κακοήθεις, κακοήθους, κακόηθες
Τυχαίες λέξεις
Verlieren στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χάνω, χάνουν, χάσετε, χάσουν, να χάσουν, χάσει
Μεταφράσεις: χάνω, χάνουν, χάσετε, χάσουν, να χάσουν, χάσει