Vollblütig στα ελληνικά
Μετάφραση: vollblütig, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ράτσα, οικογένεια, αρρενωπός, σθεναρό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aufgehört στα ελληνικά - έπαυσε, παύσει, έπαψαν, έπαψε, σταμάτησε
- blechbüchsen στα ελληνικά - κουτιά, κονσέρβες, δοχεία, κασσίτερους, φόρμες
- chirurgin στα ελληνικά - χειρουργός, χειρουργό, χειρούργος, χειρούργο, χειρουργού
- drohend στα ελληνικά - απειλητικός, απειλή, απειλητική, απειλητική για, απειλητικές
Τυχαίες λέξεις
Vollblütig στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ράτσα, οικογένεια, αρρενωπός, σθεναρό
Μεταφράσεις: ράτσα, οικογένεια, αρρενωπός, σθεναρό