Voraussehen στα ελληνικά

Μετάφραση: voraussehen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προλαμβάνω, προκαταλαμβάνω, προβλέπω, προβλέπουν, προβλεφθεί, προβλέψει, προβλέψουν
Voraussehen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anzahl στα ελληνικά - αριθμός, μετρώ, κόμης, αριθμό, αριθμού, τον αριθμό, σειρά
  • besitzerinnen στα ελληνικά - ιδιοκτήτη, ιδιοκτήτης, κάτοχος, κατόχου, κάτοχο
  • bäche στα ελληνικά - Brooks, ρυάκια, Μπρουκς, τα ρυάκια, ρυακιών
  • droben στα ελληνικά - εκεί, μέχρι εκεί, εκεί πάνω, επάνω εκεί, εκεί ψηλά
Τυχαίες λέξεις
Voraussehen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προλαμβάνω, προκαταλαμβάνω, προβλέπω, προβλέπουν, προβλεφθεί, προβλέψει, προβλέψουν