Wacholder στα ελληνικά
Μετάφραση: wacholder, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άρκευθος, Juniper, αρκεύθου, άρκευθο, καρπούς αρκεύθου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aphorismus στα ελληνικά - απόφθεγμα, αφορισμός, αφορισμό, ρητό, αφορισμού
- beglaubigungen στα ελληνικά - Πιστοποιήσεις, πιστοποιήσεων, Πιστοποιητικά, Πιστοποίηση, τις πιστοποιήσεις
- beraubung στα ελληνικά - στέρηση, ληστεία, στέρησης, στερητική, στερήσεις, η στέρηση
- determinanten στα ελληνικά - καθοριστικούς παράγοντες, τους καθοριστικούς παράγοντες, καθοριστικών παραγόντων, καθοριστικούς παράγοντες της, καθοριστικούς παράγοντες για
Τυχαίες λέξεις
Wacholder στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άρκευθος, Juniper, αρκεύθου, άρκευθο, καρπούς αρκεύθου
Μεταφράσεις: άρκευθος, Juniper, αρκεύθου, άρκευθο, καρπούς αρκεύθου