Wachs στα ελληνικά

Μετάφραση: wachs, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κερί, κηρό, κηρού, κηρός, κεριού
Wachs στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anlehnung στα ελληνικά - εξάρτηση, εξής, ακόλουθες, ακόλουθα, παρακάτω, ακόλουθο
  • ausgeschlossen στα ελληνικά - αδύνατον, έξω, από, τις, καθορίζονται, ορίζονται
  • büßerin στα ελληνικά - μετανοών, μετανιωμένος, Penitent, μετανοημένος, μετανοημένο
  • diabetisch στα ελληνικά - διαβητικός, διαβητική, διαβητικούς, διαβητικής, διαβητικών
Τυχαίες λέξεις
Wachs στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κερί, κηρό, κηρού, κηρός, κεριού