Waisenhaus στα ελληνικά

Μετάφραση: waisenhaus, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορφανοτροφείο, ορφανοτροφείου, το ορφανοτροφείο, ορφανοτροφεία
Waisenhaus στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • amtseinsetzung στα ελληνικά - ένθετο, ενθέτου, ένθεμα, ένθετου, ενθέματος
  • anreicherung στα ελληνικά - πλουτισμός, εμπλουτισμού, εμπλουτισμό, εμπλουτισμός, τον εμπλουτισμό
  • brunft στα ελληνικά - ζέστη, θερμαίνω, ζεσταίνω, αυλάκι, αποτελμάτωση, τέλμα, πεπατημένη, ...
  • dahinter στα ελληνικά - πόστο, δοκάρι, ταχυδρομώ, πίσω, πίσω από, όπισθεν
Τυχαίες λέξεις
Waisenhaus στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορφανοτροφείο, ορφανοτροφείου, το ορφανοτροφείο, ορφανοτροφεία