Wechselbeziehung στα ελληνικά
Μετάφραση: wechselbeziehung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συσχέτιση, συσχετισμός, αντιστοιχίας, συσχέτισης, σχέση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- analytischen στα ελληνικά - αναλυτικός, αναλυτική, αναλυτικές, ανάλυσης, αναλυτικών
- beeinflussend στα ελληνικά - επηρεάζουν, που επηρεάζουν, επηρεάζει, που επηρεάζει, αφορούν
- belieben στα ελληνικά - παρακαλώ, ευχαριστώ, ευχαρίστηση, χαρά, αναψυχής, απόλαυση, την ευχαρίστηση
Τυχαίες λέξεις
Wechselbeziehung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συσχέτιση, συσχετισμός, αντιστοιχίας, συσχέτισης, σχέση
Μεταφράσεις: συσχέτιση, συσχετισμός, αντιστοιχίας, συσχέτισης, σχέση