Wechselweise στα ελληνικά
Μετάφραση: wechselweise, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εναλλάσσω, εναλλάξ, εναλλακτικά, εκ περιτροπής, περιτροπής, διαδοχικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adaptation στα ελληνικά - προσαρμογή, διασκευή, προσαρμογής, την προσαρμογή, η προσαρμογή, της προσαρμογής
- analytische στα ελληνικά - αναλυτικός, αναλυτική, αναλυτικές, ανάλυσης, αναλυτικών
- atemzug στα ελληνικά - ανάσα, αναπνοή, αναπνοής, την αναπνοή, πνοή
- bedingungen στα ελληνικά - συνθήκες, όρους, προϋποθέσεις, όροι, συνθηκών
Τυχαίες λέξεις
Wechselweise στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εναλλάσσω, εναλλάξ, εναλλακτικά, εκ περιτροπής, περιτροπής, διαδοχικά
Μεταφράσεις: εναλλάσσω, εναλλάξ, εναλλακτικά, εκ περιτροπής, περιτροπής, διαδοχικά