Weg στα ελληνικά
Μετάφραση: weg, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σοκάκι, δρόμος, λωρίδα, τρόπος, πάροδος, δρομάκι, πορεία, μονοπάτι, μέθοδος, διαδρομή, μακριά, φιλοξενούμενη, πόδια, τα πόδια, λίγο έξω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abhang στα ελληνικά - πέφτω, κατήφορος, πλευρά, ξεπεσμός, μαρασμός, καταγωγή, κλίνω, ...
- abspielen στα ελληνικά - παίζω, παιχνίδι, παίξει, παίξετε, παίξουν
- aufgießend στα ελληνικά - έγχυση, την έγχυση, έγχυσης, εγχύσεως, έγχυση της
- bannen στα ελληνικά - εξορκίζω, ξορκίσει, ξορκίσουν, εξορκίσουν, εξορκίσουμε
Τυχαίες λέξεις
Weg στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σοκάκι, δρόμος, λωρίδα, τρόπος, πάροδος, δρομάκι, πορεία, μονοπάτι, μέθοδος, διαδρομή, μακριά, φιλοξενούμενη, πόδια, τα πόδια, λίγο έξω
Μεταφράσεις: σοκάκι, δρόμος, λωρίδα, τρόπος, πάροδος, δρομάκι, πορεία, μονοπάτι, μέθοδος, διαδρομή, μακριά, φιλοξενούμενη, πόδια, τα πόδια, λίγο έξω