Λέξη: κεσάτι

Μεταφράσεις: κεσάτι

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
slump, kesati
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
crisis, depresión, kesati
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
preissturz, baisse, börsensturz, depression, kurseinbruch, kesati
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
baisse, tomber, dépression, effondrement, crise, baisser, s', kesati
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
crisi, kesati
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
crise, kesati
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
crisis, kesati
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
болото, депрессия, кризис, спад, kesati
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
depresjon, kesati
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kris, kesati
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
romahdus, lysähtää, taantumus, taantuma, lyyhistyä, kesati
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kesati
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
krize, sklesnout, propadnutí, deprese, klesnout, kesati
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kryzys, osuwać, załamywać, opadać, krach, załamanie, kesati
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
pangás, kesati
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kesati
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
спад, болото, kesati
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kesati
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
kesati
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
kesati
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
langus, kesati
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kesati
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
kesati
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kesati
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kesati
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
kesati
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
kesati
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
sesutí, propad, kesati
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
prepad, KESAT
Τυχαίες λέξεις