Wenige στα ελληνικά
Μετάφραση: wenige, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λίγα, λίγες, λίγοι, λιγοστός, μερικά, μερικές, μερικοί
Μεταφράσεις
- befugt στα ελληνικά - εξουσιοδοτημένο, εξουσιοδοτημένος, επιτρέπεται, εξουσιοδότησε, εγκριθεί
- begegnung στα ελληνικά - αναμέτρηση, συνάντηση, συναντώ, συνάντησης, αντιμετωπίζουν, συναντούν, επαφή
- beleuchtungen στα ελληνικά - φώτα, τα φώτα, φώτων, λυχνίες, ανάβει
- betrunken στα ελληνικά - φέσι, μεθυσμένος, ζαλισμένος, μεθυσμένοι, πίνεται, μεθυσμένο, πιει
Τυχαίες λέξεις
Wenige στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λίγα, λίγες, λίγοι, λιγοστός, μερικά, μερικές, μερικοί
Μεταφράσεις: λίγα, λίγες, λίγοι, λιγοστός, μερικά, μερικές, μερικοί