Λιγοστός στα γερμανικά

Μετάφραση: λιγοστός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
spärlich, karg, mager, mahl, wenig, wenige, notdürftig, einige, knapp, dürftig, mageren
Λιγοστός στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λιγοστός

λιγοστός λεξικό γλώσσας γερμανικά, λιγοστός στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • λιγνός στα γερμανικά - mager, klein, unerheblich, geringfügig, dünnflüssig, dünn, abnehmen, ...
  • λιγομίλητος στα γερμανικά - verschwiegen, ligomilitos
  • λιγόλογος στα γερμανικά - verschwiegen, wortkarg, schweigsam, schweigsamen, schweigsame, schweigsamer
  • λιθοβολώ στα γερμανικά - obstkern, edelstein, entkernen, steinern, gestein, stein, kern, ...
Τυχαίες λέξεις
Λιγοστός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: spärlich, karg, mager, mahl, wenig, wenige, notdürftig, einige, knapp, dürftig, mageren