Widerhaken στα ελληνικά

Μετάφραση: widerhaken, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μούσι, γένι, ακίδα, δοντιού, δόντι, barb, ακίδιο
Widerhaken στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • angereizt στα ελληνικά - υποκίνησε, υποκινούμενοι, υποκίνησαν, υποκινούνται, υποκινήσει
  • bandwürmer στα ελληνικά - ταινία, ταινίας, κασέτα, ταινιών, κασέτας
  • beseitigt στα ελληνικά - αφαιρεθεί, αφαιρούνται, αφαιρείται, αφαιρέθηκε, απομακρύνονται
  • bewohnbarkeit στα ελληνικά - κατοικησιμότητα, habitability, κατοικησιμότητας, ενδιαιτήσεως, την κατοικησιμότητα
Τυχαίες λέξεις
Widerhaken στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μούσι, γένι, ακίδα, δοντιού, δόντι, barb, ακίδιο