Widerstand στα ελληνικά
Μετάφραση: widerstand, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντοχή, παρακώλυση, στένωση, αντίσταση, αντίστασης, αντοχής, ανθεκτικότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ausgestoßen στα ελληνικά - εκτινάσσονται, εκτινάσσεται, εκτοξεύεται, εκτινάχθηκε, εκτοξεύσεις
- ausgewogenheit στα ελληνικά - ζυγαριά, ισορροπία, πλάστιγγα, ισοζύγιο, υπόλοιπο, ισορροπίας, ισοζυγίου
- bearbeitungen στα ελληνικά - μηχανική κατεργασία, μεταλλοτεχνίας, μηχανουργική, μηχανικής κατεργασίας, μηχανουργική κατεργασία
Τυχαίες λέξεις
Widerstand στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντοχή, παρακώλυση, στένωση, αντίσταση, αντίστασης, αντοχής, ανθεκτικότητα
Μεταφράσεις: αντοχή, παρακώλυση, στένωση, αντίσταση, αντίστασης, αντοχής, ανθεκτικότητα