Wohltat στα ελληνικά
Μετάφραση: wohltat, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευλογία, ωφέλεια, επίδομα, επωφελούμαι, όφελος, χορηγία, ευεργεσία, ευεργεσίας, ευεργετισμού, ευεργεσίες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bissiger στα ελληνικά - δριμύς, ζωηρός, snappy, το Snappy, νευρώδες
- deregulierung στα ελληνικά - απορρύθμιση, απορύθμιση, η απορρύθμιση, απορρύθμισης, απελευθέρωση
- dreieckig στα ελληνικά - τριγωνικός, τριγωνικό, τριγωνική, τριγωνικού, τριγωνικές
Τυχαίες λέξεις
Wohltat στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευλογία, ωφέλεια, επίδομα, επωφελούμαι, όφελος, χορηγία, ευεργεσία, ευεργεσίας, ευεργετισμού, ευεργεσίες
Μεταφράσεις: ευλογία, ωφέλεια, επίδομα, επωφελούμαι, όφελος, χορηγία, ευεργεσία, ευεργεσίας, ευεργετισμού, ευεργεσίες