Λέξη: νταλίκα

Σχετικές λέξεις: νταλίκα

νταλίκα του μακουίν, νταλίκα mcqueen, νταλίκα σπέρνει το θάνατο στη νότια αφρική, νταλίκα μπέλλου, νταλίκα έπεσε στο λιμάνι της σαντορίνης, νταλίκα μποφίλιου, νταλίκα περιοδικό, νταλίκα μακουίν, νταλίκα σαντορίνη, νταλίκα στίχοι

Συνώνυμα: νταλίκα

σύρων, συρομένος, άμαξα συρομένη από αυτοκίνητο, τροχόσπιτο, ρυμουλκούμενος

Μεταφράσεις: νταλίκα

νταλίκα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
trailer, truck, lorry, rig, truck in

νταλίκα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
acoplado, remolque, tráiler, del remolque, de remolque

νταλίκα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
filmende, nachspann, trailer, anhänger, Anhänger, Trailer, Anhängers

νταλίκα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
caravane, baladeuse, remorque, roulotte, pendentif, trailer, bande annonce, la remorque

νταλίκα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
rimorchio, trailer, Rimorchi, roulotte, del rimorchio

νταλίκα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fuga, reboque, trailer, reboques, de reboque, reboque de

νταλίκα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aanhangwagen, oplegger, trailer, aanhanger, de trailer

νταλίκα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
вагончик, киноафиша, анонс, трейлер, автоприцеп, тот, прицеп, прицепа, прицепом, трейлера

νταλίκα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tilhenger, campingvogn, trailer, tilhengeren

νταλίκα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
släpvagn, Kärra, släpvagnen, trailern, traileren

νταλίκα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
perävaunu, traileri, perävaunun, trailer, perävaunua

νταλίκα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
trailer, påhængskøretøj, anhænger, traileren, påhængsvogn

νταλίκα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vlek, vlečňák, podvalník, přívěs, přívěsu, trailer, návěs, přípojné vozidlo

νταλίκα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
tropiciel, doczepka, przyczepa, jaszcz, zwiastun, przyczepka, naczepa, przyczepy, trailer, przyczepą, z przyczepą

νταλίκα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lakókocsi, pótkocsi, utánfutó, trailer, pótkocsira, pótkocsit

νταλίκα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
römork, romörk, Trailer, treyler

νταλίκα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
той, анонс, кіноафіша, трейлер, причіп, отой, трейлер онлайн, Трейлери

νταλίκα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
rimorkio, trailer, rimorkio e, rimorkio të, rimorkios

νταλίκα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ремарке, ремаркето, трейлър, ремаркета

νταλίκα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
трэйлер

νταλίκα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
treiler, haagis, haagise, trailer, haagisega

νταλίκα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pratilac, dodatak, prikolica, prikolice, trailer, prikolicu, prikolica se

νταλίκα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
kerru, tengivagn, eftirvagn, eftirvagninn, eftirvagni

νταλίκα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
priekaba, priekabos, sukabinimo, Puspriekabė, trailer

νταλίκα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
piekabe, piekabes, trailer, treileris, piekabi

νταλίκα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
приколка, приколки, приколката, Трејлер, trailer

νταλίκα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
rulotă, remorcă, remorci, remorca, trailer

νταλίκα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vlek, prikolica, trailer, priklopnik, priklopno, prikolica za

νταλίκα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
vlek, príves, prívesy, Návesy, prívesu, prípojné vozidlo

Στατιστικά δημοτικότητας: νταλίκα

Τυχαίες λέξεις