Bil στα ελληνικά

Μετάφραση: bil, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κούρσα, αυτοκίνητο, αυτοκινήτων, αυτοκινήτου, το αυτοκίνητο, αυτοκίνητό
Bil στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bifald στα ελληνικά - επικροτώ, έγκριση, επιδοκιμάζω, επευφημώ, παραδοχή, χειροκρότημα, επευφημία, ...
  • bikube στα ελληνικά - κυψέλη, κυψέλης, μελίσσι, μελισσιού, κυψέλες
  • bilag στα ελληνικά - συμπλήρωμα, προσάρτημα, παράρτημα, συμπληρώνω, παραρτήματος, το παράρτημα, του παραρτήματος, ...
  • billard στα ελληνικά - μπιλιάρδο, μπιλιάρδου, μπιλιάρδα, το μπιλιάρδο
Τυχαίες λέξεις
Bil στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κούρσα, αυτοκίνητο, αυτοκινήτων, αυτοκινήτου, το αυτοκίνητο, αυτοκίνητό