Bundt στα ελληνικά

Μετάφραση: bundt, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύμπλεγμα, συστοιχία, δέσμη, συσσωρεύσει, ομαδοποιούν, συνενώνουν, δέσμες
Bundt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bul στα ελληνικά - προβοσκίδα, σεντούκι, μπαούλο, Bul, Βουλ, ΒηΙ, Βιιΐ
  • bund στα ελληνικά - πάτος, κρεβάτι, κάτω μέρος, πυθμένας, κάτω, πυθμένα, βάση
  • bunke στα ελληνικά - στοιβάδα, σωρός, στοίβα, στοιβάζω, σωρό, σωρού, πέλος
  • bur στα ελληνικά - κλουβί, κλωβό, κλωβού, κλωβός, κλουβιού
Τυχαίες λέξεις
Bundt στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύμπλεγμα, συστοιχία, δέσμη, συσσωρεύσει, ομαδοποιούν, συνενώνουν, δέσμες