Σύμπλεγμα στα δανικά
Μετάφραση: σύμπλεγμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
klase, gruppering, klynge, hold, bundt, gruppe, kompleks, komplekse, komplekset, komplekst, kompliceret
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύμπλεγμα
σύμπλεγμα β, σύμπλεγμα qrs, συμπλεγμα λαοκόοντα, σύμπλεγμα ανωτερότητας, σύμπλεγμα της ηλέκτρας, σύμπλεγμα λεξικό γλώσσας δανικά, σύμπλεγμα στα δανικά
Μεταφράσεις
- σύμμαχος στα δανικά - allieret, allierede, forbundsfælle
- σύμπηξη στα δανικά - konkretion, konkretisering
- σύμπτωμα στα δανικά - symptom, symptomer, symptomet, symptom på
- σύμφωνο στα δανικά - konsonant, konsonanten, stemmer overens
Τυχαίες λέξεις
Σύμπλεγμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: klase, gruppering, klynge, hold, bundt, gruppe, kompleks, komplekse, komplekset, komplekst, kompliceret
Μεταφράσεις: klase, gruppering, klynge, hold, bundt, gruppe, kompleks, komplekse, komplekset, komplekst, kompliceret