Eg στα ελληνικά

Μετάφραση: eg, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δρύινος, βελανιδιά, δρυς, δρύινα, βελανιδιάς, δρυός
Eg στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • eftertryk στα ελληνικά - έμφαση, αναπαραγωγή, αναπαραγωγή με, η αναπαραγωγή, Αναπαραγωγής, Επιτρέπεται η αναπαραγωγή
  • efterår στα ελληνικά - πτώση, εκπίπτω, φθινόπωρο, πέφτω, εμπίπτουν, εμπίπτει, πέσει, ...
  • egen στα ελληνικά - προσωπικός, της], κατέχω, τα δικά, δική, δικά, το δικό, ...
  • egenskab στα ελληνικά - ποιότητα, σπίτι, ακίνητο, αποδίδω, ιδιότητα, χαρακτήρας, κτήμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Eg στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δρύινος, βελανιδιά, δρυς, δρύινα, βελανιδιάς, δρυός