Elendighed στα ελληνικά

Μετάφραση: elendighed, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δυστυχία, μιζέρια, αθλιότητα, δυστυχίας, τη δυστυχία
Elendighed στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • elektronik στα ελληνικά - ηλεκτρονική, Ηλεκτρονικά, Electronics, ηλεκτρονικών, ηλεκτρονικών ειδών
  • element στα ελληνικά - στοιχείο, στοιχείου, στοιχείων, στοιχεία, το στοιχείο
  • elev στα ελληνικά - φοιτήτρια, μαθητής, μαθήτρια, φοιτητής, σπουδαστής, μαθητή, φοιτητή, ...
  • elevator στα ελληνικά - υψώνω, σηκώνω, ασανσέρ, ανελκυστήρας, ανελκυστήρα, του ανελκυστήρα, ανελκυστήρων
Τυχαίες λέξεις
Elendighed στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δυστυχία, μιζέρια, αθλιότητα, δυστυχίας, τη δυστυχία