Fødsel στα ελληνικά

Μετάφραση: fødsel, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γέννηση, γέννα, γέννησης, τη γέννηση, γέννησή, τη γέννησή
Fødsel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • føde στα ελληνικά - γεννώ, υποφέρω, φαγητό, τροφή, τροφίμων, τρόφιμα, των τροφίμων
  • føderation στα ελληνικά - ομοσπονδία, Ομοσπονδίας, Federation, την ομοσπονδία
  • fødselsdag στα ελληνικά - γενέθλια, γενεθλίων, γενέθλιά, τα γενέθλιά, τα γενέθλια
  • føle στα ελληνικά - αισθάνομαι, εμπειρία, υφή, νιώθω, αισθάνονται, αισθάνεστε, αισθανθείτε
Τυχαίες λέξεις
Fødsel στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γέννηση, γέννα, γέννησης, τη γέννηση, γέννησή, τη γέννησή