Γέννα στα δανικά

Μετάφραση: γέννα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
fødsel, fødslen, født, født hvor
Γέννα στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γέννα

γέννα κατσίκας, γέννα μωρού, γέννα γάτας, γέννα ελέφαντα, γέννα με καισαρική, γέννα λεξικό γλώσσας δανικά, γέννα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • γένι στα δανικά - skæg, skægget, beard, fuldskæg
  • γένια στα δανικά - stubbe, skægstubbe, stub, stubben, Halm
  • γέννηση στα δανικά - fødsel, fødslen, født, født hvor
  • γένος στα δανικά - køn, slægten, slægt, arten, genus
Τυχαίες λέξεις
Γέννα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: fødsel, fødslen, født, født hvor