Følsom στα ελληνικά
Μετάφραση: følsom, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαλακός, αλγεινός, τρυφερός, ευαίσθητος, ευαίσθητα, ευαίσθητες, ευαίσθητο, ευαίσθητων
Μεταφράσεις
- følelse στα ελληνικά - νιώθω, συναίσθημα, αίσθηση, υφή, αίσθημα, αισθάνομαι, το συναίσθημα, ...
- følge στα ελληνικά - αποτέλεσμα, συνέπεια, τεύχος, σημασία, έκβαση, ακολουθώ, επίπτωση, ...
- før στα ελληνικά - προτού, πριν, πριν να, πριν από, ενώπιον
- føre στα ελληνικά - λουρί, ηγούμαι, φέρσιμο, μόλυβδος, καθοδηγώ, ξεναγός, συμπεριφορά, ...
Τυχαίες λέξεις
Følsom στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαλακός, αλγεινός, τρυφερός, ευαίσθητος, ευαίσθητα, ευαίσθητες, ευαίσθητο, ευαίσθητων
Μεταφράσεις: μαλακός, αλγεινός, τρυφερός, ευαίσθητος, ευαίσθητα, ευαίσθητες, ευαίσθητο, ευαίσθητων