Fattigdom στα ελληνικά
Μετάφραση: fattigdom, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μιζέρια, φτώχεια, πενία, ένδεια, φτώχειας, της φτώχειας, τη φτώχεια, η φτώχεια
Μεταφράσεις
- fastland στα ελληνικά - ήπειρος, ηπειρωτική χώρα, ηπειρωτική, ηπειρωτικής, την ηπειρωτική, ενδοχώρα
- fattig στα ελληνικά - ελεεινός, φτωχός, άτυχος, πενιχρός, αξιολύπητος, κακόμοιρος, χάλια, ...
- feber στα ελληνικά - πυρετός, θέρμη, πυρετό, πανώλης, πανώλης των, πανώλη
- fed στα ελληνικά - χόνδρος, μεγάλος, χοντρός, λιπαρός, λίπος, απίθανος, σκελίδα σκόρδο, ...
Τυχαίες λέξεις
Fattigdom στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μιζέρια, φτώχεια, πενία, ένδεια, φτώχειας, της φτώχειας, τη φτώχεια, η φτώχεια
Μεταφράσεις: μιζέρια, φτώχεια, πενία, ένδεια, φτώχειας, της φτώχειας, τη φτώχεια, η φτώχεια