Fornuftig στα ελληνικά
Μετάφραση: fornuftig, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λογικός, φασκομηλιά, φασκόμηλο, λογική, λογικό, λογικές, συνετή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- fornemmelse στα ελληνικά - αίσθημα, αίσθηση, συναίσθημα, το συναίσθημα, το αίσθημα
- fornuft στα ελληνικά - αιτία, έδαφος, γη, λόγος, αιτιολογία, προσαράσσω, φυλάξου, ...
- forny στα ελληνικά - ανανεώσει, ανανέωση, ανανεώσουν, ανανεώνουν, ανανεώνει
- fornærme στα ελληνικά - λοιδορώ, καταχρώμαι, κατάχρηση, λοιδορία, βρίζω, προσβάλλω, προπηλακίζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Fornuftig στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λογικός, φασκομηλιά, φασκόμηλο, λογική, λογικό, λογικές, συνετή
Μεταφράσεις: λογικός, φασκομηλιά, φασκόμηλο, λογική, λογικό, λογικές, συνετή