Gas στα ελληνικά
Μετάφραση: gas, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αέριο, βενζίνη, αερίου, αερίων, φυσικού αερίου, φυσικό αέριο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- garnison στα ελληνικά - φρουρά, φρουράς, εγκαθιστά φρουρά, τη φρουρά, εγκαταστείστε φρουρά
- gartner στα ελληνικά - κηπουρός, κηπουρό, κηπουρού, κηπουρό που
- gave στα ελληνικά - παρουσιάζω, πεσκέσι, χάρισμα, παρών, δώρο, δωρεά, δώρων, ...
- gavmild στα ελληνικά - ανοιχτοχέρης, γενναιόδωρος, γενναιόδωρη, γενναιόδωρο, πλούσιο, γενναιόδωρες
Τυχαίες λέξεις
Gas στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αέριο, βενζίνη, αερίου, αερίων, φυσικού αερίου, φυσικό αέριο
Μεταφράσεις: αέριο, βενζίνη, αερίου, αερίων, φυσικού αερίου, φυσικό αέριο