Hat στα ελληνικά

Μετάφραση: hat, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πίλος, καπέλο, το καπέλο, καπέλων, καπέλου
Hat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hast στα ελληνικά - επισπεύδω, βιασύνη, ταχύτητα, τρέχω, φόρα, επείγον, επείγοντα χαρακτήρα, ...
  • hastighed στα ελληνικά - τρέχω, επισπεύδω, φόρα, ταχύτητα, ταχύτητας, την ταχύτητα, της ταχύτητας, ...
  • hav στα ελληνικά - πέλαγος, θάλασσα, ωκεανός, στη θάλασσα, θάλασσας, θαλάσσια, θαλάσσιες
  • have στα ελληνικά - κήπος, έχω, της], κατέχω, έχουν, έχει, πρέπει, ...
Τυχαίες λέξεις
Hat στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πίλος, καπέλο, το καπέλο, καπέλων, καπέλου