Hungrig στα ελληνικά
Μετάφραση: hungrig, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πεινασμένος, πεινασμένοι, πεινασμένο, πεινασμένους, πεινασμένα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- hundrede στα ελληνικά - εκατόν, εκατό, εκατοντάδες, εκατοντάδων, διακόσια
- hunger στα ελληνικά - πείνα, πείνας, την πείνα, της πείνας, η πείνα
- hurtig στα ελληνικά - γοργός, γρήγορα, γρήγορος, γρήγορη, γρήγορο, ταχείας
- hurtigt στα ελληνικά - γρήγορα, γρήγορος, γοργά, γρήγορη, ταχέως, τη γρήγορη, σύντομα
Τυχαίες λέξεις
Hungrig στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πεινασμένος, πεινασμένοι, πεινασμένο, πεινασμένους, πεινασμένα
Μεταφράσεις: πεινασμένος, πεινασμένοι, πεινασμένο, πεινασμένους, πεινασμένα