Kriminologi στα ελληνικά

Μετάφραση: kriminologi, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εγκληματολογία, Εγκληματολογίας, Εγκληματολογικού, Εγκληματολογικών
Kriminologi στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kriger στα ελληνικά - πολεμιστής, πολεμιστή, μαχητής, πολεμιστών
  • kriminel στα ελληνικά - φυγάς, εγκληματίας, εγκληματικός, ποινικές, ποινικής, ποινικών, ποινική
  • krise στα ελληνικά - κρίση, κρίσης, κρίσεων, των κρίσεων, της κρίσης
  • kritiker στα ελληνικά - κριτικός, επικριτής, Τεχνοκριτικός, Κριτικών, Ο κριτικός
Τυχαίες λέξεις
Kriminologi στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εγκληματολογία, Εγκληματολογίας, Εγκληματολογικού, Εγκληματολογικών