Mening στα ελληνικά
Μετάφραση: mening, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γνωμάτευση, άποψη, γνώμη, αισθάνομαι, σωφροσύνη, αίσθημα, νόημα, γνωμοδότηση, γνωμοδότησης, τη γνώμη, γνώμης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- men στα ελληνικά - όμως, αλλά, αλλά η, αλλά και
- mene στα ελληνικά - νομίζω, εννοώ, τσιγκούνης, παραδόπιστος, σκέπτομαι, σημαίνω, σκέφτομαι, ...
- meningsløs στα ελληνικά - περίγελος, παράλογος, γελοίος, ανόητος, χωρίς νόημα, νόημα, νοήματος, ...
- menneske στα ελληνικά - άνδρας, άνθρωπος, ανθρώπινος, επανδρώνω, ανθρώπινη, ανθρώπινα, ανθρώπινο, ...
Τυχαίες λέξεις
Mening στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γνωμάτευση, άποψη, γνώμη, αισθάνομαι, σωφροσύνη, αίσθημα, νόημα, γνωμοδότηση, γνωμοδότησης, τη γνώμη, γνώμης
Μεταφράσεις: γνωμάτευση, άποψη, γνώμη, αισθάνομαι, σωφροσύνη, αίσθημα, νόημα, γνωμοδότηση, γνωμοδότησης, τη γνώμη, γνώμης