Penge στα ελληνικά
Μετάφραση: penge, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεφτά, χρήματα, χρήμα, χρημάτων, τα χρήματα, χρήματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- pen στα ελληνικά - στυλό, μάντρα, πένα, συσκευή τύπου πένας, πένας, τύπου πένας
- pendul στα ελληνικά - εκκρεμές, εκκρεμούς, του εκκρεμούς, το εκκρεμές
- pengeseddel στα ελληνικά - τραπεζογραμμάτιο, χαρτονόμισμα, τραπεζογραμματίων, τραπεζογραμματίου, των τραπεζογραμματίων
- pengeskab στα ελληνικά - χρηματοκιβώτιο, ασφαλής, ασφαλή, ασφαλές, ασφαλείς
Τυχαίες λέξεις
Penge στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεφτά, χρήματα, χρήμα, χρημάτων, τα χρήματα, χρήματος
Μεταφράσεις: λεφτά, χρήματα, χρήμα, χρημάτων, τα χρήματα, χρήματος