Præsens στα ελληνικά

Μετάφραση: præsens, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρουσιάζω, παρών, δώρο, παρόν, Ισχύον, Παρούσα, Παρόντες
Præsens στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • prædikestol στα ελληνικά - αμβώνας, άμβωνα, άμβωνας, pulpit, ο άμβωνας
  • prærieulv στα ελληνικά - λύκος της Βόρειας Αμερικής, κογιότ, Coyote, το κογιότ, από coyote
  • præsentere στα ελληνικά - δώρο, γνωρίζω, πληροφορώ, παρών, παρουσιάζω, εισάγω, συστήνω, ...
  • præst στα ελληνικά - εφημέριος, ιερέας, υπουργός, παπάς, ιερεύς, ιερέα, παπά
Τυχαίες λέξεις
Præsens στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρουσιάζω, παρών, δώρο, παρόν, Ισχύον, Παρούσα, Παρόντες