Præst στα ελληνικά

Μετάφραση: præst, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εφημέριος, ιερέας, υπουργός, παπάς, ιερεύς, ιερέα, παπά
Præst στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • præsens στα ελληνικά - παρουσιάζω, παρών, δώρο, παρόν, Ισχύον, Παρούσα, Παρόντες
  • præsentere στα ελληνικά - δώρο, γνωρίζω, πληροφορώ, παρών, παρουσιάζω, εισάγω, συστήνω, ...
  • prøve στα ελληνικά - δοκιμασία, προσπάθεια, εκδικάζω, έκθεση, δίκη, δοκίμιο, ελέγχω, ...
  • pseudonym στα ελληνικά - ψευδώνυμο, ψευδωνύμου, το ψευδώνυμο, ψευδώνυμό, ψευδώνυμα
Τυχαίες λέξεις
Præst στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εφημέριος, ιερέας, υπουργός, παπάς, ιερεύς, ιερέα, παπά