Skør στα ελληνικά

Μετάφραση: skør, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θυμωμένος, εύθραυστος, τρελούτσικος, κουζουλός, τρελός, λωλός, τρελό, τρελή, τρελά, τρελοί
Skør στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • skøn στα ελληνικά - πρόστιμο, όμορφος, φίνος, αίθριος, ψιλή, εκτιμήσεις, εκτιμήσεων, ...
  • skønhed στα ελληνικά - ομορφιά, καλλονή, ομορφιάς, την ομορφιά, Beauty, ομορφιές
  • skørt στα ελληνικά - φούστα, εύθραυστος, εύθραυστα, εύθραυστο, ψαθυρή, εύθρυπτο
  • slag στα ελληνικά - αγώνας, φυσώ, αγωνίζομαι, αρραβώνες, καταπολεμώ, μάχομαι, χτύπημα, ...
Τυχαίες λέξεις
Skør στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θυμωμένος, εύθραυστος, τρελούτσικος, κουζουλός, τρελός, λωλός, τρελό, τρελή, τρελά, τρελοί