Θυμωμένος στα δανικά

Μετάφραση: θυμωμένος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vanvittig, vred, truende, skør, vrede, angry, sur
Θυμωμένος στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θυμωμένος

θυμωμένος gran run, θυμωμένος μου ήρθες απόψε στίχοι, καρκίνος θυμωμένος, θυμωμένος στα γαλλικά, θυμωμένος ονειροκρίτης, θυμωμένος λεξικό γλώσσας δανικά, θυμωμένος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • θυμάρι στα δανικά - timian, timianolie, thyme
  • θυμίαμα στα δανικά - røgelse, opflamme, Offerild, røgelsen, incense
  • θυμός στα δανικά - vrede, vreden, vred
  • θυρίδα στα δανικά - skab, locker, skabet, Ankerkasse
Τυχαίες λέξεις
Θυμωμένος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vanvittig, vred, truende, skør, vrede, angry, sur