Sko στα ελληνικά

Μετάφραση: sko, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πεταλώνω, παπούτσι, παπούτσια, υποδήματα, τα παπούτσια, υποδημάτων, παπουτσιών
Sko στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • skjorte στα ελληνικά - φανέλα, πουκάμισο, shirt, μπλούζα, μπλουζάκι
  • skjule στα ελληνικά - κρύβομαι, κρύβω, κρύψει, απόκρυψη, αποκρύψετε, κρύβουν
  • skole στα ελληνικά - σχολείο, σχολείου, το σχολείο, σχολή, του σχολείου
  • skomager στα ελληνικά - τσαγκάρης, εμβαλωμάτης, μπαλωμάτης, φρουτόπιτα, cobbler, τσαγκάρη
Τυχαίες λέξεις
Sko στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πεταλώνω, παπούτσι, παπούτσια, υποδήματα, τα παπούτσια, υποδημάτων, παπουτσιών