Trin στα ελληνικά
Μετάφραση: trin, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρυθμός, φόρα, δρασκελίζω, διάβημα, δρασκελιά, βηματίζω, βήμα, Στάδιο, βαθμίδα, το βήμα, Step
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- trigonometri στα ελληνικά - τριγωνομετρία, trigonometry, τριγωνομετρίας, την τριγωνομετρία, τριγωνομετρία για
- trilogi στα ελληνικά - τριλογία, τριλογίας, τριλογία του, την τριλογία, τριλογίας του
- trisse στα ελληνικά - στηρίγματα, τροχαλία, φραγμός, μηχανάκι, τροχαλίας, της τροχαλίας, τροχαλιών, ...
- trist στα ελληνικά - λυπημένος, θλιβερή, λυπηρό, θλιβερό, λυπημένο
Τυχαίες λέξεις
Trin στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρυθμός, φόρα, δρασκελίζω, διάβημα, δρασκελιά, βηματίζω, βήμα, Στάδιο, βαθμίδα, το βήμα, Step
Μεταφράσεις: ρυθμός, φόρα, δρασκελίζω, διάβημα, δρασκελιά, βηματίζω, βήμα, Στάδιο, βαθμίδα, το βήμα, Step