Λέξη: ξαναρχίζω

Συνώνυμα: ξαναρχίζω

αναλαμβάνω, επαναλαμβάνω, αρχίζω πάλι

Μεταφράσεις: ξαναρχίζω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
resume, xanarchizo
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
compendiar, compendio, xanarchizo
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fortsetzen, lebenslauf, weiter, weitermachen, xanarchizo
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
récapituler, résumer, reprenons, récapitulation, résume, continuer, reprends, poursuivre, reprendre, reprenez, ...
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
riprendere, xanarchizo
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
xanarchizo
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
voortzetten, xanarchizo
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
сведение, возведение, возобновлять, продолжать, конспект, вывод, восстанавливать, возобновить, заключение, восстановить, ...
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
xanarchizo
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
xanarchizo
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
jatkaa, alkaa, xanarchizo
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
xanarchizo
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
shrnout, rekapitulovat, rekapitulace, shrnutí, zrekapitulovat, xanarchizo
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
streścić, wznowić, wznawiać, życiorys, dokończyć, streszczenie, rozpoczynać, streszczać, xanarchizo
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
xanarchizo
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
xanarchizo
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
результат, наслідок, xanarchizo
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
xanarchizo
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
xanarchizo
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
xanarchizo
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sisukokkuvõte, resümee, xanarchizo
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
xanarchizo
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
xanarchizo
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
xanarchizo
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
xanarchizo
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
xanarchizo
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
xanarchizo
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
xanarchizo
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
xanarchizo
Τυχαίες λέξεις