Δρασκελιά στα δανικά

Μετάφραση: δρασκελιά, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
gang, trin, skridt, skridtlængde, stride, skræve, skride, skridter
Δρασκελιά στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δρασκελιά

δρασκελιά λεξικό γλώσσας δανικά, δρασκελιά στα δανικά

Μεταφράσεις

  • δραπετεύω στα δανικά - undfly, undkomme, flugt, escape, flygte, undslippe, udslip
  • δρασκελίζω στα δανικά - skridt, gang, trin, straddle, portaltruck, skræve, portalfod, ...
  • δραστήριος στα δανικά - aktiv, virksom, aktive, aktivt
  • δραστηριοποιούμαι στα δανικά - røre på
Τυχαίες λέξεις
Δρασκελιά στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: gang, trin, skridt, skridtlængde, stride, skræve, skride, skridter