Værn στα ελληνικά
Μετάφραση: værn, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προστασία, προστασίας, την προστασία, προστασία των, προστασίας των
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- værk στα ελληνικά - δουλειά, δουλεύω, εργάζομαι, εργασία, έργο, εργασίας, εργασίες
- værktøj στα ελληνικά - εργαλείο, εργαλείου, μέσο, το εργαλείο, εργαλείο για
- vært στα ελληνικά - φιλοξενώ, οικοδεσπότης, νοικοκύρης, υποδοχής, ξενιστή, ξενιστής, ξενιστών
- væsel στα ελληνικά - νυφίτσα, κουνάβι, νυφίτσας, κουναβιού, weasel
Τυχαίες λέξεις
Værn στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προστασία, προστασίας, την προστασία, προστασία των, προστασίας των
Μεταφράσεις: προστασία, προστασίας, την προστασία, προστασία των, προστασίας των